Η Μελέτη Οργάνωσης Επίσκεψης (ΜΟΕ), που εκπονείται και εφαρμόζεται για πρώτη φορά αφορά στα τέσσερα επισκέψιμα υποθαλάσσια ναυάγια στην Αλόννησο και στον Δυτικό Παγασητικό. Το έργο υλοποιείται με χρηματοδότηση του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Θεσσαλίας με χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης το τέλος του 2025 και φορέα υλοποίησης την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων.
Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, δήλωσε:
«Όταν το 2019 αναλάβαμε τη διαχείριση και την πολιτική ευθύνη του Υπουργείου Πολιτισμού, ένας από τους άξονες του σχεδίου μας ήταν η ανάδειξη της ενάλιας πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Από τότε μέχρι σήμερα ανταποκριθήκαμε στη μεγάλη αυτή πρόκληση με την απόδοση στο κοινό συνολικά τεσσάρων υποθαλάσσιων αρχαιολογικών χώρων στον νομό Μαγνησίας, συνθέτοντας ένα υποθαλάσσιο αρχαιολογικό πάρκο, με το οποίο η πατρίδα μας εντάχθηκε δυναμικά στον παγκόσμιο χάρτη του καταδυτικού τουρισμού. Η δημιουργία για το κοινό επισκέψιμων υποβρυχίων αρχαιολογικών χώρων, μεμονωμένων ή υπό τη μορφή ευρύτερων καταδυτικών πάρκων, υπήρξε – και παραμένει – για την Ελληνική Πολιτεία και το Υπουργείο Πολιτισμού ένα τολμηρό εγχείρημα μεγάλης ευθύνης και μια πρόκληση με ειδικές απαιτήσεις και προϋποθέσεις, που υπαγορεύονται από τρεις βασικές αναγκαιότητες: Τήρηση της ασφάλειας του κοινού, διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος, και προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η διαχείριση, ανάδειξη και απόδοση ενός ενάλιου αρχαιολογικού χώρου οφείλει να υπηρετεί ταυτόχρονα το δικαίωμα πρόσβασης στην πολιτιστική κληρονομιά και τις ανάγκες προστασίας της. Διαφοροποιείται, ωστόσο, ουσιωδώς από την αντίστοιχη ενός επίγειου. Κάθε ενάλιος χώρος αποτελεί μοναδική περίπτωση, με ειδικές συνθήκες, που χρήζει ειδικής αντιμετώπισης στο πλαίσιο του ίδιου ευρύτερου θεσμικού πλαισίου. Η επίσκεψη στο χώρο δεν μπορεί παρά να είναι ελεγχόμενη και υπό αυστηρές προϋποθέσεις διαρκούς επιτήρησης και ασφάλειας. Αυτές τις προϋποθέσεις εξασφαλίζει η Μελέτη Οργάνωσης Επίσκεψης, μία πρότυπη εργασία για την επίσκεψη των ενάλιων αρχαιολογικών χώρων, που έχει ως στόχο να αποδοθούν στο κοινό, κατάλληλα οργανωμένοι επισκέψιμοι ενάλιοι αρχαιολογικοί χώροι με συγκεκριμένες διαδικασίες κατάδυσης και προστασίας του υποθαλάσσιου αρχαιολογικού μας πλούτου».
Η ΜΟΕ διαρθρώνεται σε επτά ενότητες: 1. Τον σκοπό και τις ωφέλειες, 2. Το πλαίσιο της επίσκεψης (νομοθεσία, τεχνικές παράμετροι κατάδυσης, διαδικασίας επίσκεψης), 3. Τις απαραίτητες υποδομές (φύλαξη – ασφάλεια των ΕΕΑΧ, εξυπηρέτηση επισκεπτών), 4. Τις συγκεκριμένες περιοχές παρέμβασης (κηρύξεις, ΕΕΑΧ, περιοχές επίσκεψης, εγκαταστάσεις), 5. Το αρχαιολογικό απόθεμα των ΕΕΑΧ (Ναυάγιο κλασικών χρόνων Περιστέρας, Ναυάγιο ύστερης αρχαιότητας Τηλέγραφου, Ναυάγιο μέσης βυζαντινής περιόδου Κικύνθου, θέση Γλάρου με αρχαίες άγκυρες), 6. Την εμπειρία της επίσκεψης (πορείες επισκεπτών, σημεία ενδιαφέροντος, επιτρεπόμενες δραστηριότητες), 7. Την προστασία- παρακολούθηση των ΕΕΑΧ (συστηματική παρακολούθηση χώρων, συντήρηση, εποπτεία, καθαρισμοί).
Η ΜΟΕ περιγράφει τον τρόπο επίσκεψης των δυτών- επισκεπτών: Οι επισκέπτες μεταφέρονται στους ΕΕΑΧ με σκάφη πιστοποιημένων καταδυτικών κέντρων που έχουν και την ευθύνη τήρησης του Κανονισμού Λειτουργίας, που εκδόθηκε το 2020 από το ΥΠΠΟ. Τα σκάφη αποπλέουν προς τους ΕΕΑΧ από τα συγκεκριμένα σημεία απόπλου που έχουν καθοριστεί, αφού γίνει ο απαραίτητος έλεγχος από το προσωπικό της Εφορείας Ενάλιων Αρχαιοτήτων (ΕΑΑ). Εν συνεχεία, οι επισκέπτες καταδύονται στους ΕΕΑΧ σε ομάδες των οκτώ δυτών (μέγιστος αριθμός ανά κατάδυση) με οδηγούς επαγγελματίες δύτες. Από τη γραμμή κατάδυσης φθάνουν σε συγκεκριμένο βάθος, απ’ όπου ξεκινούν οι καθορισμένες υποβρύχιες πορείες/διάδρομοι περιήγησης. Οι πορείες έχουν σχεδιαστεί με τρόπο ώστε να διασφαλίζουν την προστασία των αρχαιοτήτων. Οι δύτες δεν επιτρέπεται να πλησιάζουν σε απόσταση μικρότερη του ενάμιση μέτρου τον πυθμένα, και σε απόσταση μικρότερη του ενός μέτρου τα ευρήματα. Απαγορεύεται να ακουμπούν τα ευρήματα, τις υποβρύχιες πινακίδες, τις κάμερες παρακολούθησης και όλες τις εγκαταστάσεις λειτουργίας του χώρου. Τα παραπάνω εξασφαλίζει επαγγελματίας οδηγός κατάδυσης του εκάστοτε καταδυτικού κέντρου, ο οποίος έχει πιστοποιηθεί και ως συνοδός ΕΕΑΧ από την ΕΕΑ. Οι διαδρομές έχουν δοκιμαστεί κατά την πιλοτική λειτουργία των ΕΕΑΧ.
Η ΜΟΕ περιγράφει τις απαραίτητες για τη λειτουργία των ΕΕΑΧ υποδομές, για τις οποίες έχουν εκπονηθεί οι ειδικές μελέτες που τη συνοδεύουν:
Σημείο απόπλου-κατάπλου: Πρόκειται για σημείο στον μώλο της Στενής Βάλας Αλοννήσου και στο λιμάνι της Αμαλιάπολης, αντίστοιχα, από όπου θα ξεκινούν και θα καταλήγουν τα σκάφη που μεταφέρουν δύτες-επισκέπτες στους ΕΕΑΧ.
Ναύδετα: Είναι μόνιμα αγκυροβόλια που σκοπό έχουν την ασφαλή πρόσδεση: α) των σκαφών των καταδυτικών κέντρων που θα μεταφέρουν τους αυτοδύτες από το σημείο απόπλου για την επίσκεψη στον ΕΕΑΧ, και β) των σκαφών της ΕΕΑ, καθώς απαγορεύεται η ρίψη άγκυρας στους ΕΕΑΧ για λόγους προστασίας των ενάλιων αρχαιοτήτων.
Φωτοσημαντήρες: Η περιοχή του ΕΕΑΧ οριοθετείται με φωτοσημαντήρες, σύμφωνα με τις οδηγίες και προδιαγραφές της Υδρογραφικής Υπηρεσίας, ώστε να σημαίνεται ο χώρος της απαγόρευσης χρήσεων αλιείας, αγκυροβολίας, διέλευση σκαφών κατά τις ώρες λειτουργίας του ΕΕΑΧ.
Γραμμή κατάδυσης: Το σημείο από όπου οι δύτες πραγματοποιούν την κατάδυση στον χώρο. Αποτελείται από κάθετο σχοινί που συγκρατείται από σημαδούρα στην επιφάνεια και αγκύρωση στο βυθό. Προσφέρει ασφάλεια στους δύτες και αποτελεί το σημείο εκκίνησης των διαδρόμων επίσκεψης στο βυθό. Χρησιμεύει, επίσης, για την ασφαλή ανάδυση και τη στάση προληπτικής αποσυμπίεσης που αποτελεί μέτρο ασφαλείας της αυτόνομης κατάδυσης. Τοποθετείται σε κοντινή προς τα ναύδετα απόσταση.
Σύστημα υποβρύχιας οπτικής παρακολούθησης: Πρόκειται για σύστημα υποβρύχιων καμερών και επιφανειακής κάμερας στην ακτή, το οποίο μεταφέρει σε πραγματικό χρόνο την εικόνα του ναυαγίου και της επιφάνειας του θαλάσσιου χώρου του ΕΕΑΧ, σε Η/Υ της ΕΕΑ . Η εφαρμογή αυτή επιτρέπει καταρχάς τη φύλαξη του ΕΕΑΧ σε όλη τη διάρκεια του χρόνου από ενέργειες που μπορεί να τον βλάψουν, ενώ εξασφαλίζει και την εξ αποστάσεως εποπτεία των καταδύσεων, όταν ο χώρος είναι ανοιχτός για το κοινό. Ο επόπτης έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί την κατάδυση στην οθόνη του Η/Υ και να τεκμηριώσει τυχόν παραβάσεις με τη λήψη στιγμιότυπου οθόνης. Στον ΕΕΑΧ Περιστέρας εγκαταστάθηκε πιλοτικά το 2020 και συνεχίζει να λειτουργεί αδιάλειπτα έως σήμερα. Η μελέτη για την ανάπτυξη συστήματος υποβρύχιας οπτικής παρακολούθησης επισκέψιμων ενάλιων αρχαιολογικών χώρων – υποβρύχιων μουσείων στην Κίκυνθο, στον Τηλέγραφο και στον Γλάρο Παγασητικού αφορά στην επέκταση αντίστοιχου συστήματος στους ΕΕΑΧ του Δυτικού Παγασητικού, και στην αναβάθμιση του συστήματος του ΕΕΑΧ Περιστέρας με την ανάπτυξη λογισμικού αναγνώρισης παράνομης δραστηριότητας και αυτόματη αποστολή σήματος – ειδοποίησης στους κατάλληλους αποδέκτες.
Ερμηνευτικά μέσα: Υποβρύχιες πινακίδες που υποδεικνύουν την πορεία και τα σημεία στάσης των επισκεπτών, με τα σημεία ενδιαφέροντος των ΕΕΑΧ. Εμπεριέχουν βασικές πληροφορίες (είδος, σχήμα, χρονολόγηση, βάθος) για τις συγκεκριμένες αρχαιότητες που μπορούν να παρατηρούν οι επισκέπτες σε κάθε στάση.
Ναυάγιο Αλοννήσου
ΕΕΑΧ Περιστέρας: Η νησίδα Περιστέρα βρίσκεται ανατολικά της Αλοννήσου, εντός του θαλάσσιου πάρκου των Βόρειων Σποράδων . Κοντά στη δυτική βραχώδη ακτή του και σε βάθος 22 έως 30 μέτρα, το 1985 ανακαλύφθηκε από ψαρά το αρχαίο ναυάγιο. Πρόκειται για μεγάλη συγκέντρωση οξυπύθμενων – εμπορικών αμφορέων που υπερβαίνουν τους 3.500 και αποτελούσαν το κύριο φορτίο αρχαίου εμπορικού πλοίου.
Αναγνωρίστηκαν δύο τύποι αμφορέων που προέρχονται από τη Μένδη και την Πεπάρηθο (Σκόπελο) και πιθανόν μετέφεραν οίνο. Στα ευρήματα συγκαταλέγονται, επίσης, πολυτελή αγγεία (μελαμβαφείς κύλικες και πινάκια) που αποτελούσαν δευτερεύον φορτίο, αγγεία καθημερινής χρήσης (λύχνοι, ιγδίο κ.α.) του πληρώματος, και αντικείμενα που σχετίζονταν με τον εξαρτισμό του πλοίου (μολύβδινα εξαρτήματα άγκυρας και καρφιά). Βάσει των ευρημάτων το ναυάγιο χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ.
Ναυάγια Δυτικού Παγασητικού
ΕΕΑΧ Τηλέγραφου: Το Ναυάγιο εντοπίστηκε στον όρμο «Τηλέγραφος» το 2000. Η περιοχή των ευρημάτων βρίσκεται σε βάθος 17 έως 23 μέτρα σε βραχώδη πυθμένα με αμμοθύλακες. Βρέθηκαν οκτώ (8) τύποι εμπορικών αμφορέων, όλοι του 4ου αι. μ.Χ. Στο εσωτερικό πολλών αμφορέων βρέθηκαν ίχνη πισσώματος που υποδεικνύουν μεταφορά οίνου. Ο τύπος που αντιπροσωπεύεται με τα περισσότερα αγγεία (20) είναι από την Πελοπόννησο.
Το συγκεκριμένο σύνολο αποτελεί τη μεγαλύτερη γνωστή συγκέντρωση στον ελλαδικό χώρο. Άλλοι τύποι προέρχονται από το Βορειοανατολικό Αιγαίο, ενώ ένας μοναδικός αμφορέας αναγνωρίστηκε ως παλαιστινιακός. Οι αμφορείς σχημάτιζαν δύο κύριες συγκεντρώσεις στον πυθμένα, χωρίς, ωστόσο, ιδιαίτερη συνοχή, γεγονός που υποδεικνύει ανατροπή του πλοίου.
ΕΕΑΧ Κίκυνθου: Η ακατοίκητη νησίδα Κίκυνθος αναπτύσσεται ως φυσικός κυματοθραύστης στην είσοδο του όρμου της Αμαλιάπολης, στον δυτικό Παγασητικό. Λόγω των αρχαίων καταλοίπων που έχουν εντοπισθεί, τα οποία αντιπροσωπεύουν μια μεγάλη χρονική περίοδο, από την παλαιοχριστιανική εποχή έως και τον 19ο αιώνα, η νησίδα έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος. Στη βορειοδυτική ακτή της νησίδας, σε βάθος 3,5 έως 12μ, εντοπίστηκε το 2005, ένας σωρός μεγάλων, αλλά θραυσμένων αγγείων μεταφοράς.
Πρόκειται για τμήματα πίθων που τυπολογικά εμφανίζονται ήδη από τον 9ο αιώνα και αμφορέων που χρονολογούνται με μεγαλύτερη ακρίβεια μεταξύ 11ου και 12ου αιώνα. Τα έως τώρα αρχαιολογικά δεδομένα υποδεικνύουν ένα ναυάγιο μικρού, σχετικά, εμπορικού πλοίου της μέσης βυζαντινής περιόδου, πιθανώς του 11ου αιώνα.
Ακρωτήριο Γλάρος: Στις νοτιοδυτικές ακτές του Παγασητικού κόλπου, το ακρωτήρι του Γλάρου αποτελούσε ένα επικίνδυνο πέρασμα για τα πλοία που προσπαθούσαν να μπουν στον προστατευμένο όρμο των αρχαίων Νηών. Στο βυθό του Γλάρου εντοπίζονται ίχνη τεσσάρων τουλάχιστον αρχαίων ναυαγίων – ένα ελληνιστικό, ένα ρωμαϊκό και δύο βυζαντινά – αλλά και αγγεία και άγκυρες άλλων περιόδων που συνιστούν πιθανές απορρίψεις.
Δύο συγκεντρώσεις με συνολικά πάνω από δέκα (10) σιδερένιες βυζαντινές άγκυρες μπορούν να συνδεθούν με αμφορείς του 12ου-13ου αιώνα που βρίσκονται στην ίδια περιοχή, υποδεικνύοντας ένα ναυάγιο μεγάλου εμπορικού βυζαντινού πλοίου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σύνολο βυζαντινών αγκυρών που έχει βρεθεί στις ελληνικές θάλασσες.