H πλατφόρμα πολιτισμού του gov.gr beta

Στάμπατ Μάτερ | 1ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής

Δημοσιεύτηκε: |

Το Στάμπατ Μάτερ του Τζοακίνο Ροσσίνι έχει μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορία, χαρακτηριστική τόσων μουσικών έργων που γράφτηκαν σε μια εποχή θολή όσον αφορά τα εκδοτικά δικαιώματα και κυρίως την έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η ανάθεση του έργου έγινε το 1831, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Ισπανία, από τον κληρικό και κυβερνητικό σύμβουλο Μανουέλ Φερνάντεθ Βαρέλα, στον οποίο ο Ροσσίνι και το αφιέρωσε. O συνθέτης άρχισε αμέσως να δουλεύει πάνω στο Στάμπατ Μάτερ αλλά επικαλούμενος –ή προφασιζόμενος– λόγους υγείας, πιθανώς ένα λουμπάγκο ή μια προγενέστερη μόλυνση από γονόρροια, διέκοψε τη δουλειά του λίγο μετά την επιστροφή του στο Παρίσι. Δεχόμενος όμως πιέσεις από τον παραγγελιοδότη του προκειμένου να παραδώσει το έργο, ανάθεσε εν κρυπτώ στον συνάδελφό του Τζοβάννι Ταντολίνι την ολοκλήρωση των υπόλοιπων μερών του Στάμπατ Μάτερ, το οποίο παρουσιάστηκε τελικά από τον ίδιο τον Ταντολίνι στη Μαδρίτη το 1833.

Μετά τον θάνατο του Βαρέλα τον επόμενο χρόνο, το χειρόγραφο, με το όνομα του Ροσσίνι, κατέληξε στα χέρια του Γάλλου εκδότη Αντουάν Ωλανιέ, ο οποίος το αγόρασε από τους νόμιμους κληρονόμους για δύο χιλιάδες φράγκα. Μόλις ο Ροσσίνι το έμαθε, αποκήρυξε τη συγκεκριμένη εκδοχή ενημερώνοντας τον Ωλανιέ για τη συνδρομή του Ταντολίνι. Αυτός με τη σειρά του αποφάσισε το Στάμπατ Μάτερ να παιχτεί στο Παρίσι μόνο με τα έξι «αυθεντικά» μέρη, παρότι ο Ροσσίνι εξοργισμένος δήλωνε αποκλειστικός ιδιοκτήτης αυτών. Εντωμεταξύ ο Ροσσίνι, με τη χαρακτηριστική εμπορική ευφυΐα του, είχε ήδη έρθει σε επικοινωνία με τον εκδότη Εζέν Τρουπενά προκειμένου λίγο αργότερα να του παραδώσει το Στάμπατ Μάτερ έχοντας αντικαταστήσει τα έξι μέρη του Ταντολίνι με τέσσερα δικά του. Η δικαστική διαμάχη ανάμεσα στον συνθέτη, τους δύο εκδότες και τους διεκδικητές των συγγενικών δικαιωμάτων θα τελειώσει με την πρεμιέρα του ολοκληρωμένου από τον Ροσσίνι έργου και με τα δικαιώματα δημόσιας εκτέλεσής του αγορασμένα από το Ιταλικό Θέατρο [Théâtre-Italien] στο δεκαπλάσιο της αρχικής τιμής.

Η μεταγραφή με πιάνο, αρμόνιο και μικρό φωνητικό σύνολο –κατά τα πρότυπα της Μικρής επίσημης λειτουργίας [Petite messe solennelle] στην αρχική της μορφή– εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1879 και οφείλεται στον Βέλγο Ζακ-Νικολά Λέμμενς, δεξιοτέχνη εκκλησιαστικού οργάνου και του αρμονίου Μυστέλ. Ας σημειωθεί πως ο ίδιος ο Ροσσίνι, αντί του αρμονίου, ως εναλλακτικό όργανο είχε σκεφτεί το ακορντεόν.

Με την υψίφωνο Μυρσίνη Μαργαρίτη, τις μεσοφώνους Θεοδώρα Μπάκα, Έλενα Μαραγκού, Σοφία Πάτση, τους τενόρους Βασίλη Καβάγια, Γιάννη Φίλια, και τους μπασοβαρύτονους Μάριο Σαραντίδη, Γιώργο Παπαδημητρίου. Συμμετέχουν οι Σοφία Ταμβακοπούλου (φορτεπιάνο) και Κωνσταντίνος Ράπτης (μπαγιάν).

 

Ιερός Καθολικός Καθεδρικός Ναός Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη

Ο Καθολικός Καθεδρικός Ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη βρίσκεται στη συμβολή της λεωφόρου Πανεπιστημίου με την οδό Ομήρου στην Αθήνα, δίπλα ακριβώς στο περίτεχνο κτίριο του Οφθαλμιατρείου Αθηνών. Αποτελεί έδρα του Καθολικού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, μαθητή του Αποστόλου Παύλου και πρώτο επίσκοπο των Αθηνών. Άρχισε να χτίζεται το 1853 από τον φημισμένο Γερμανό αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε, ενώ κατά την εκτέλεση του έργου τα σχέδια τροποποιήθηκαν από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Λύσανδρο Καυταντζόγλου. Αν και ημιτελής, ο ναός λειτούργησε για πρώτη φορά το 1865. Τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα έγιναν αρκετές προσθήκες, ενώ το 1960 επιχειρήθηκε μια πρώτη ανακαίνιση. Την περίοδο 1992-1998 πραγματοποιήθηκε πλήρης εξωτερική και εσωτερική αποκατάσταση. Σήμερα ο ναός αποτελεί πόλο έλξης τόσο για τους κατοίκους των Αθηνών, καθολικούς και μη, όσο και για πολυάριθμα γκρουπ προσκυνητών και τουριστών από όλο τον κόσμο.

Exit mobile version