«εἶθ᾽ ἡ Ἁλίκυρνα κώμη͵ ἧς ὑπέρκειται Καλυδὼν ἐν τῆι μεσογαίαι σταδίοις τριάκοντα» (Στράβων, 10. II. 21).
Ο Στράβων περιγράφει την αιτωλική πόλη Αλίκυρνα ως κώμη, προσδιορίζοντας σε τριάντα στάδια την απόστασή της από τη μεσόγειο Καλυδώνα και ο Πλίνιος (H.N. IV, 3) αναφέρει ότι βρισκόταν στην ενδοχώρα, αν και το όνομά της σημαίνει τόπο δειρόμενο υπό της θαλάσσης.
Από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες ανασκαφές που υλοποίησε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος, στο πλαίσιο κατασκευής της Ιόνιας οδού, αναδύθηκε η κάτω πόλη της Αλίκυρνας. Η θέση της ακρόπολής της ήταν γνωστή και εντοπίζεται στον λόφο «Χίλια Σπίτια», κοντά στο σημερινό οικισμό του Αγίου Θωμά Μεσολογγίου, όπου είναι ορατά τα ερείπια μικρού οχυρωματικού περιβόλου και θεμέλια κτηρίων. Αν και κατοικείται ήδη από τα γεωμετρικά χρόνια (8ος αι. π.Χ.), τη μεγαλύτερη άνθηση γνωρίζει στην ελληνιστική εποχή.
Σε συνολική έκταση 30 στρεμμάτων ήλθαν στο φως εκτεταμένα οικιστικά κατάλοιπα της Αλίκυρνας, η οποία ήταν οργανωμένη με κανονικό ρυμοτομικό σχέδιο, ακολουθώντας το ιπποδάμειο σύστημα. Αποκαλύφθηκαν 28 κτηριακά συγκροτήματα, κυρίως βιοτεχνικής – εργαστηριακής χρήσης, που αναπτύσσονται εκατέρωθεν μεγάλης ορθογώνιας πλατείας και από τα οποία προήλθαν πολυάριθμες πήλινες μήτρες.
Ερευνήθηκαν λίγες οικίες, δεδομένου ότι τα ιδιωτικά κτίσματα αναπτύσσονταν εκτός του ανεσκαμμένου χώρου κατά τον άξονα της Ιόνιας. Σε μία από τις οικίες εντοπίστηκε ο ιδιαίτερα επιμελούς κατασκευής ανδρώνας και ο οίκος με λίθινη εστία στο κέντρο, ενώ σε άλλη ήλθε στο φως ιδιωτικό λουτρό με βοτσαλωτό δάπεδο, λουτήρα και περιρραντήριο. Το πλέον εντυπωσιακό κτήριο όμως είναι το δημόσιο λουτρό με κυκλική αίθουσα και δεκαέξι πήλινους ατομικούς λουτήρες σε ακτινωτή διάταξη. Το βοτσαλωτό δάπεδό της, στο οποίο απεικονίζονται δελφίνια, ψάρια και πλούσια φυτική διακόσμηση που περιβάλλεται από περιθέουσα σπείρα, αποτελεί μοναδικό για την ευρύτερη περιοχή εύρημα, αποκαλύπτοντας παράλληλα το εκλεπτυσμένο γούστο και την αγάπη για την πολυτέλεια των Αλικυρναίων.
Σε μικρή απόσταση από τον πυρήνα της πόλης εντοπίστηκε αποθέτης ιερού χιλιάδων θραυσμάτων πήλινων ειδωλίων και αγγείων των ελληνιστικών χρόνων. Σε αυτά ανιχνεύονται στοιχεία λατρείας της Αρτέμιδος, του Διονύσου και της Αφροδίτης, ενώ για πρώτη φορά στην παράλια Αιτωλία αναγνωρίζονται στοιχεία από τον κύκλο της Δήμητρας και της Κόρης.
Παραπλεύρως της πόλης διερχόταν ο παράκτιος, χερσαίος δρόμος που συνέδεε την Ήπειρο με την Πελοπόννησο. Κατά μήκος αυτού αναπτυσσόταν, ανά συστάδες το νεκροταφείο της αρχαίας Αλίκυρνας, το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη και πιο οργανωμένη νεκρόπολη κλασικών και ελληνιστικών χρόνων στην Αιτωλοακαρνανία.
Ερευνήθηκε στο πλαίσιο κατασκευής του αυτοκινητόδρομου της Ιόνιας Οδού, μεταξύ Καλυδώνας και Αλίκυρνας, όπου σε μήκος ενός περίπου χιλιομέτρου και πάνω στην πορεία του αρχαίου οδικού άξονα, αποκαλύφθηκαν 550 τάφοι, που απέδωσαν πλουσιότατο κτερισματικό υλικό (πληθώρα αγγείων, ειδώλια, εντυπωσιακά εξαρτήματα ενδυμασίας και καλλωπισμού, πολύτιμα κοσμήματα, νομίσματα, εργαλεία, όπλα κ.ά.). Ξεχωρίζει εντυπωσιακό παρόδιο ταφικό μνημείο του σπουδαίου Αιτωλού στρατηγού Χαρίξενου, που έχει τη μορφή ψηλού βάθρου με στέψη και επίστεψη, στην κορυφή του οποίου ήταν τοποθετημένοι τρεις δωρικοί κίονες και τουλάχιστον μία επιτύμβια στήλη, πλαισιωμένα από περιμετρικό στηθαίο.
Η Αλίκυρνα φαίνεται ότι ερημώνεται μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) και την ίδρυση της ρωμαϊκής αποικίας της Πάτρας (14 π.Χ.), καθώς ολόκληρη η περιοχή της Αιτωλίας υπήχθη στη ρωμαϊκή επαρχία της Αχαΐας. Την περίοδο της Ρωμαιοκρατίας, όπως μας πληροφορεί ο Πλίνιος, στο πεδινό τμήμα της διερχόταν η δημόσια ρωμαϊκή οδός που συνέδεε την Πάτρα με τη Νικόπολη. Η πόλη φαίνεται ότι γνωρίζει και πάλι άνθηση στον 2ο αι. μ.Χ., εποχή που πιθανώς κτίζεται το επιβλητικό συγκρότημα των ρωμαϊκών θερμών του Αγίου Θωμά Μεσολογγίου. Το μνημείο φαίνεται ότι ανήκε στην επικράτειά της Αλίκυρνας και βρισκόταν δίπλα στον μοναδικό παράκτιο δρόμο, που συνέδεε τις δύο μεγάλες ρωμαϊκές πόλεις, την Πάτρα και τη Νικόπολη.
Χαρακτηριστικά αγγεία και αντικείμενα οικοσκευής, λίθινα ή μετάλλινα εργαλεία για αγροτικές εργασίες, άλλα αντικείμενα χαρακτηριστικά καθημερινών ασχολιών (ψάρεμα, νηματουργία, υφαντική) ή βιοτεχνικών δραστηριοτήτων (αγγειοπλαστική, μεταλλοτεχνία, κ.λ.π.) λίθινα ζάρια, οστέινοι αστράγαλοι, λυχνάρια, περίτεχνα αντικείμενα καλλωπισμού, κοσμήματα, ειδώλια, αναθήματα ιερών κ.ά. τα οποία ανασυνθέτουν την καθημερινή ζωή και την οικονομία της πόλης, είναι μερικά από τα εκθέματα που κοσμούν τις προθήκες του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, η έκθεση του οποίου βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης.
Το Μουσείο μας στεγάζεται στο Ξενοκράτειο Μέγαρο, στην καρδιά της πόλης, και πρόκειται να ανοίξει τις πύλες του για το κοινό εντός του τρέχοντος έτους, σε μία εξαιρετικά σημαντική ιστορική συγκυρία, στην επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.
Κείμενο: Δρ Ολυμπία Βικάτου, Αρχαιολόγος Προϊσταμένη της ΕΦΑ Αιτωλοακαρνανίας & Λευκάδος