Συνηθίζουμε να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους του ευρωπαϊκού Βορρά με τα στερεότυπα του «απρόσιτου» και του «ψυχρού». Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Και αυτό το αποδεικνύουν προσωπικότητες με την εσωτερική θέρμη και το ξεχωριστό ταλέντο του Ισλανδού Ólafur Arnalds που έρχεται στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, για μία μοναδική εμφάνιση στο Ηρώδειο.
Πληροφορίες εισιτηρίων εδώ.
Ο πολυοργανίστας μουσικός, συνθέτης και παραγωγός, αναγνωρίζεται ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της γενιάς του και μαζί με τους Max Richter και Nils Frahm ανήκουν σε μία σχολή μουσικών που καταφέρνουν να συνδυάζουν με μια φρέσκια, ανατρεπτική ματιά, τη νέο- κλασική μουσική φόρμα με τη μοντέρνα σύνθεση, το πιάνο με τα έγχορδα και τους ηλεκτρονικούς ήχους, δημιουργώντας ατμόσφαιρες που κερδίζουν το κοινό.
Ο Ólafur Arnalds στο Ηρώδειο θα αποκαλύψει στο ελληνικό κοινό τον εσωτερικό του κόσμο, θα μοιραστεί μαζί του συναισθήματα και εμπειρίες, ένα δικό του de profundis.
Η καριέρα του Ólafur ξεκίνησε λίγο «τυχαία», όπως ομολογεί ο ίδιος. Έπαιζε ντραμς σε μια hardcore μπάντα, που συνόδευε το γερμανικό metal συγκρότημα Heaven Shall Burn στην περιοδεία του στην Ισλανδία. Όντας μεγάλος θαυμαστής τους, ηχογράφησε στο σπίτι του μερικά κομμάτια γεμάτα πιάνα κι έγχορδα και τους τα έδωσε. Δεν περίμενε τίποτα από αυτούς. Όμως λίγο καιρό μετά, του ζήτησαν να γράψει εισαγωγές για κάποια τραγούδια τους. Το άλμπουμ έγινε επιτυχία. Μια δισκογραφική εταιρία το άκουσε και του ζήτησε να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ με παρόμοιες συνθέσεις. «Δεν είχα ποτέ σκεφτεί ότι θα συνέχιζα να γράφω τέτοιου είδους μουσική, αλλά δέχτηκα». Τον Οκτώβριο του 2007, κυκλοφόρησε το πρώτο σόλο άλμπουμ του, Eulogy for Evolution, μας περιέγραψε το ταξίδι της ζωής, από τη γέννηση στο θάνατο και αμέσως μετά έφυγε για περιοδεία με τους Sigur Rós.
Από εκεί και πέρα με κάθε άλμπουμ του κέρδιζε όλο και μεγαλύτερη αναγνώριση. Το 2008 με το EP «Variations of Static», κερδίζει οπαδούς τόσο από το μοντέρνο όσο και από το κλασικό μουσικό στρατόπεδο και τον Ιούνιο δίνει μία sold out συναυλία στο Λονδίνο, στο Barbican Hall. Τον Απρίλιο του 2009 ξεκίνησε για μία εβδομάδα να ηχογραφεί ένα τραγούδι κάθε μέρα το οποίο αμέσως και για 24 ώρες ήταν διαθέσιμο online. Η συλλογή αυτών των επτά τραγουδιών κυκλοφόρησε με τον τίτλο, «Found Songs». Το 2011 με το «Living Room Songs» επαναλαμβάνει το ίδιο αυτοσχεδιαστικό μοτίβο. Το 2012 κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ του, Another Happy Day, Two Songs For Dance… ενώ στο For Now I Am Winter, που κυκλοφορεί τον Φεβρουάριο του 2013 προσθέτει για πρώτη φορά φωνή. Ενώ, το 2016 ξαναπαίζει με τον συμπαντικό αριθμό επτά και κυκλοφορεί το «Island Songs» – για επτά εβδομάδες ταξίδεψε σε επτά διαφορετικές πόλεις της Ισλανδίας – επισκεπτόταν μία πόλη κάθε βδομάδα –. Σε κάθε πόλη συνεργάστηκε με επτά διαφορετικούς μουσικούς και έβγαζε ένα τραγούδι και ένα βίντεο κάθε επτά ημέρες. Το άλμπουμ του, Re:Member του 2018, που οι κριτικοί θεώρησαν αριστούργημα και αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, ήταν ένα μείγμα των επιρροών που δέχεται ο ίδιος από όλα τα διαφορετικά μουσικά είδη.
Ταυτόχρονα, δημιούργησε το πειραματικό techno duo Kiasmos με τον Janus Rasmussen ενώ σε πλείστες περιπτώσεις συνεργάστηκε με το Γερμανό πιανίστα και συνθέτη Nils Frahm. Το 2015 συνεργάστηκε με την πιανίστα Alice Sera Ott πάνω σε κομμάτια του Frédéric Chopin. Στο The Chopin Project οι δύο μουσικοί δίνουν μία σύγχρονη πνοή στις κλασσικές συνθέσεις του μεγάλου ρομαντικού πιανίστα και, διατηρώντας όλη την ομορφιά των πρωτότυπων, μας παραδίδουν ένα μαγευτικό έργο.
Έχει δώσει συναυλίες σε μερικούς από τους σημαντικότερους συναυλιακούς χώρους στον κόσμο, όπως το Royal Albert Hall, το Guggenheim Museum στο Μπιλμπάο, το Μουσείο του Λούβρου και η Όπερα του Σίδνεϋ.
Γεννημένος το 1986 στο Mosfellsbær, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Reykjavík,ο Ólafur υφαίνει μέσα από το άλμπουμ κομμάτια της ζωής του και του αληθινού κόσμου, χρησιμοποιώντας ιδιοφυώς τεχνικές sampling, για να προσφέρει στον ακροατή ένα παράθυρο προς τη δική του εμπειρία. Όπως πάντα, αναδεικνύει την απαράμιλλη ικανότητά του να αναμειγνύει τα είδη.
Στις συνθέσεις του Ólafur Arnalds το πιάνο είναι πάντα ο πρωταγωνιστής, που μπλέκεται με τις χορδές, ενώ η ανθρώπινη φωνή είναι πολύ σπάνια και σιγανή, υπαινικτική, τόση όση για να επιτείνει το συναίσθημα της μοναξιάς και της απομόνωσης και μόνο. Δημιουργεί με αυτόν τον τρόπο ηχητικές αφηγήσεις που εκφράζουν και τις λεπτότερες αποχρώσεις των εσωτερικών συναισθημάτων, ειδικά αυτήν την εποχή των αποστάσεων. Ένας συνδυασμός ατμοσφαιρικής ηλεκτρονικής pop με νεοκλασικές, μινιμαλιστικές συνθέσεις από έγχορδα και πλήκτρα.
Τα άλμπουμ του, όλα ιδιοσυγκρασιακού χαρακτήρα και υψηλών απαιτήσεων, διακρίνονται για το έκδηλο πάθος για καινοτομία, την ηχοχρωματική πρωτοτυπία, την αχαλίνωτη φαντασία και την εκφραστική δυναμική τους.
Ο Ólafur μας προτρέπει να αποδεχτούμε και να αγκαλιάσουμε όσα μας φέρνει η ζωή, να συμφιλιωθούμε με το καλά και τα άσχημα, μας παροτρύνει να σκεφτούμε και να βρούμε τη γαλήνη μέσα μας. Αυτός που είναι ένας δηλωμένος τελειομανής, που παλεύει καθημερινά και ασταμάτητα με τα πιο ευμετάβλητα και αντικρουόμενα συναισθήματα και τις απρόβλεπτες «στροφές» της καθημερινότητας, προσπαθώντας να ισορροπήσει, να βρει την αγάπη και την ηρεμία. Και όλα αυτά σε συνθήκες πανδημίας (το μισό «Some kind of peace» γράφτηκε πριν από το lockdown και ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας στο στούντιο του Arnalds, στο λιμάνι του Ρέικιαβικ), σε μια προσπάθεια να διαλυθεί η απομόνωση χωρίς όμως να χαθεί η ευεργετική απόσταση.
Ο Ólafur Arnalds στο τελευταίο του άλμπουμ, Some kind of peace («Κάποιο είδος ειρήνης») εκφράζει το ταξίδι της προσωπικής και δημιουργικής του ανάπτυξης, σε έναν χαοτικό κόσμο. «Είναι τόσο προσωπικό που προσπαθώ ακόμα να βρω τις λέξεις για να το εκφράσω», λέει ο ίδιος. «Ένιωσα ότι ήταν σημαντικό το άλμπουμ να διηγείται την ιστορία μου με πολύ ειλικρινή τρόπο». Μέσα από αυτήν εμπειρία κατάφερε να αλλάξει, να μεταμορφωθεί, να συμφιλιωθεί με έναν απρόβλεπτο σύγχρονο κόσμο, να ξεπεράσει το σοκ και να συλλάβει τις νέες προοπτικές.
«Θα ήταν παράξενο να κάνω ένα προσωπικό άλμπουμ και να μην συμμετέχουν οι φίλοι μου» σχολιάζει ο Ólafur. Με τον φίλο του τον βρετανό μουσικό Bonobo ταξίδεψαν αρκετές βδομάδες στην Ισλανδία και έγραψαν το εισαγωγικό «Loom». Στο «The Bottom Line» συμμετέχει η τραγουδίστρια και παραγωγός Josin, και το οποίο ο Ólafur περιγράφει πρωτίστως ως ένα τραγούδι για την εξέλιξη και την πορεία προς την ωριμότητα. «Η Josin πέρασε μια εβδομάδα μαζί μου στο στούντιο μου στην Ισλανδία σε μία εποχή που και των δυο μας οι ζωές ήταν σε ένα σημείο που άλλαζαν. Είναι κάποια που θαυμάζω εδώ και χρόνια και είμαι ενθουσιασμένος που καταφέραμε να συνδεθούμε και να μοιραστούμε τις εμπειρίες μας μέσα από αυτό το κομμάτι». Η Josin, από την άλλη, σχολιάζει ότι «αυτό το κομμάτι αφορά την εύρεση της σωτηρίας, σπάζοντάς το σε τίποτα άλλο από την ύπαρξή σου, μόνο που μπορείς να αντιδράσεις. Να βυθίζεσαι στον βαθύτερο εσωτερικό σου και να αποδεχτείς όλες τις συγκινήσεις που έχεις κρατήσει επιτυχώς. με τον Olafur ήταν πολύ διασκεδαστικό. Ήταν διαισθητικό και πολύ εμπνευσμένο για μένα όσον αφορά τη διαδικασία γραφής και την παραγωγή. Η κύρια ιδέα αποκαλύφθηκε στην Ισλανδία, αλλά το τελειώσαμε με την πάροδο του χρόνου και της απόστασης. Είμαι τόσο ευγνώμων για αυτό το κομμάτι».
Ο Ólafur Arnalds, που δίκαια θεωρείται διεθνώς μία από τις μεγαλύτερες μορφές στον χώρο της σύγχρονης μουσικής σύνθεσης και του σχεδιασμού ήχου, έχει αγαπηθεί για τον ιδιαίτερο ήχο του που αποτυπώνει ένα ταξίδι προσωπικής και δημιουργικής ανάπτυξης με φόντο έναν κόσμο χαοτικό – μια μουσική συναρπαστική, εκπληκτικής ομορφιάς και ανοιχτών οριζόντων.
«Η πανδημία ανέδειξε την αβεβαιότητα και το χάος. Εκείνο που μπορούμε να ελέγξουμε είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούμε στο απρόβλεπτο της ζωής. Όμως, το χάος το διαδέχεται πάντα η ειρήνη. Και μαζί με την ειρήνη έρχεται η ελπίδα!»
Στις 15 Ιουλίου 2021, το Ωδείο Ηρώδου Αττικού θα πλημμυρίσει με τους μουσικούς αντικατοπτρισμούς του Ólafur Arnalds. Ο ιδιοφυής Ισλανδός μας καλεί να αποδεχτούμε τις αλλαγές της ζωής, να αντιδρούμε και να στοχαζόμαστε, να αναζητούμε τη δική μας ειρήνη. Η μουσική του είναι σίγουρα μια αρχή!